Pudiente στα ελληνικά

Μετάφραση: pudiente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλούσιος, εύπορος, ευκατάστατος, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και
Pudiente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • incómodo στα ελληνικά - άβολος, άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη
  • misericordioso στα ελληνικά - εύσπλαχνος, πονόψυχος, οικτίρμων, ελεήμων, φιλεύσπλαχνος, φιλεύσπλαχνο
  • mito στα ελληνικά - μύθος, μύθο, μύθου, ο μύθος, το μύθο
  • paleta στα ελληνικά - ανεμοδείκτης, λεπίδα, πτερύγιο, παλέτα, παλέτας, της παλέτας, την παλέτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Pudiente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλούσιος, εύπορος, ευκατάστατος, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και