Singular στα ελληνικά

Μετάφραση: singular, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονός, παράδοξος, μόνο, ενικός, παράξενος, ανύπαντρος, ιδιόμορφος, μόνος, μονόκλινος, μοναδικός, ενικό, μοναδική, μοναδικό, ενικού
Singular στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • definición στα ελληνικά - αποφασιστικότητα, ορισμός, ορισμό, ορισμού, καθορισμό, τον ορισμό
  • desposeer στα ελληνικά - αφαιρώ, αφαιρέσει, εκδιώκει, στερήσουν, απαλλοτριώσει
  • endeble στα ελληνικά - αδύνατος, λεπτός, ασθενικός, φτωχός, αδύναμος, ανίσχυρος, ασήμαντος, ...
  • padecimiento στα ελληνικά - ταλαιπωρία, πάσχουν, που πάσχουν, υποφέρουν, που υποφέρουν
Τυχαίες λέξεις
Singular στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονός, παράδοξος, μόνο, ενικός, παράξενος, ανύπαντρος, ιδιόμορφος, μόνος, μονόκλινος, μοναδικός, ενικό, μοναδική, μοναδικό, ενικού