Abbindolare στα ελληνικά
Μετάφραση: abbindolare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φενακίζω, κλέβω, ζαβολιάρης, πύργος, εξαπατώ, κοροϊδεύω, κορόιδο, dupe, απατώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abbigliare στα ελληνικά - ντύσιμο, αμφίεση, φορώ, φόρεμα, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, ...
- abbinare στα ελληνικά - συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει
- abbindolatore στα ελληνικά - φενακίζω, κλέβω, ζαβολιάρης
- abboccamento στα ελληνικά - συνέντευξη, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που
Τυχαίες λέξεις
Abbindolare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φενακίζω, κλέβω, ζαβολιάρης, πύργος, εξαπατώ, κοροϊδεύω, κορόιδο, dupe, απατώ
Μεταφράσεις: φενακίζω, κλέβω, ζαβολιάρης, πύργος, εξαπατώ, κοροϊδεύω, κορόιδο, dupe, απατώ