Adesivo στα ελληνικά
Μετάφραση: adesivo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adescare στα ελληνικά - προσελκύω, δελεάζω, επισύρω, τραβώ, έλκω, δέλεαρ, θέλγητρο, ...
- adesione στα ελληνικά - εμμονή, προσκόλληση, πρόσφυση, πρόσφυσης, προσκόλλησης, συγκόλληση
- adesso στα ελληνικά - τώρα, επιχειρηση, την επιχειρηση, πλέον, σήμερα
- adiacente στα ελληνικά - διπλανός, κοντινός, προσκείμενος, παρακείμενος, γειτονικά, δίπλα, παρακείμενες, ...
Τυχαίες λέξεις
Adesivo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας