Aereo στα ελληνικά
Μετάφραση: aereo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ροκάνι, επίπεδο, πλάνη, στάθμη, αεροσκάφος, αεροπλάνο, επιπέδου, επίπεδο που, επίπεδο συμμετρίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adunghiare στα ελληνικά - αρπάζω, κλώσημα, πιάνω, απομόνωση
- aerare στα ελληνικά - αέρας, αερίζω, ατμόσφαιρα, εξαερίζω, αερισμό, τον αερισμό, αερίστε
- aeronautica στα ελληνικά - αεροναυτική, αεροναυπηγική, αεροναυπηγικής, της αεροναυτικής, της αεροναυπηγικής
- aeroplano στα ελληνικά - αεροσκάφος, πλάνη, επίπεδο, στάθμη, ροκάνι, αεροπλάνο, αεροπλάνου, ...
Τυχαίες λέξεις
Aereo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ροκάνι, επίπεδο, πλάνη, στάθμη, αεροσκάφος, αεροπλάνο, επιπέδου, επίπεδο που, επίπεδο συμμετρίας
Μεταφράσεις: ροκάνι, επίπεδο, πλάνη, στάθμη, αεροσκάφος, αεροπλάνο, επιπέδου, επίπεδο που, επίπεδο συμμετρίας