Amministrare στα ελληνικά
Μετάφραση: amministrare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφαρμόζω, διοικώ, αντεπεξέρχομαι, χορηγώ, απονέμω, καταφέρνω, μεταχειρίζομαι, διευθύνω, χερούλι, χειρίζομαι, διαχείριση, διαχειρίζεται, διαχειρίζονται, τη διαχείριση, διαχειριστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ammenda στα ελληνικά - φίνος, αίθριος, πρόστιμο, ψιλή, αποζημίωση, τροποποιεί, επανορθώσει, ...
- ammettere στα ελληνικά - παραδέχομαι, αποδέχομαι, παίρνω, αναγνωρίζω, δέχομαι, εισάγω, ομολογώ, ...
- amministrativo στα ελληνικά - διαχειριστικός, διοικητικός, διοικητικές, διοικητικών, διοικητική, διοικητικής
- amministratore στα ελληνικά - οικονόμος, επιστάτης, θαλαμηπόλος, διαχειριστής, διαχειριστή, διαχειριστή του, το διαχειριστή, ...
Τυχαίες λέξεις
Amministrare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφαρμόζω, διοικώ, αντεπεξέρχομαι, χορηγώ, απονέμω, καταφέρνω, μεταχειρίζομαι, διευθύνω, χερούλι, χειρίζομαι, διαχείριση, διαχειρίζεται, διαχειρίζονται, τη διαχείριση, διαχειριστεί
Μεταφράσεις: εφαρμόζω, διοικώ, αντεπεξέρχομαι, χορηγώ, απονέμω, καταφέρνω, μεταχειρίζομαι, διευθύνω, χερούλι, χειρίζομαι, διαχείριση, διαχειρίζεται, διαχειρίζονται, τη διαχείριση, διαχειριστεί