Autenticare στα ελληνικά
Μετάφραση: autenticare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auspicio στα ελληνικά - προμήνυμα, προστασία, οιωνός, οιωνό, σημάδι, προμηνύματος
- austero στα ελληνικά - σοβαρός, αυστηρός, σέρτικος, δριμύς, απέριττος, λιτός, αυστηρό, ...
- autentico στα ελληνικά - γνήσιος, αυθεντικός, πραγματικός, καλόπιστος, καλόπιστων, καλή τη πίστει, καλόπιστους, ...
- autista στα ελληνικά - οδηγός, σοφέρ, οδηγού, οδηγό, πρόγραμμα οδήγησης, οδήγησης
Τυχαίες λέξεις
Autenticare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας
Μεταφράσεις: επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας