Compensare στα ελληνικά
Μετάφραση: compensare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρώνω, αντισταθμίζω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- compendiare στα ελληνικά - συντομεύω, συνοψίζω, αποτελούν την επιτομή, επιτομή, αποτελούν την επιτομή της, την επιτομή
- compendio στα ελληνικά - σκιαγράφηση, θεωρητικός, περίληψη, διατυπώνω, χωνεύω, σύντομος, επιτομή, ...
- compensato στα ελληνικά - κόντρα πλακέ, κοντραπλακέ, από κόντρα πλακέ, Κόντρα, Το κόντρα πλακέ
- compenso στα ελληνικά - ανταμοιβή, μισθός, αποζημίωση, συμψηφισμός, αμοιβή, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, ...
Τυχαίες λέξεις
Compensare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρώνω, αντισταθμίζω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν
Μεταφράσεις: αναπληρώνω, αντισταθμίζω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν