Λέξη: ιπποσκευή

Συνώνυμα: ιπποσκευή

σέλλα, εφίππιο, σαμάρι, σπάλα, χάμουρα

Μεταφράσεις: ιπποσκευή

ιπποσκευή στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
harness, saddle

ιπποσκευή στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aparejo, arneses, arreos, arnés, arnés de, del arnés

ιπποσκευή στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
laufgurt, zeug, gurte, geschirr, pferdegeschirr, gurtwerk, ochsen, Geschirr, Kabelbaum, Baum

ιπποσκευή στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
atteler, harnais, capter, harnacher, harnachement, exploiter, faisceau, faisceau de, sellette, harnais de

ιπποσκευή στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
imbracatura, cablaggio, imbracatura di, fascio di, imbrago

ιπποσκευή στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
harmonia, arreios, arnês, harness, chicote, chicote de fios

ιπποσκευή στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
harnas, harness, tuig, tuigje, kabelboom

ιπποσκευή στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шоры, запрягать, упряжь, сбруя, впрягать, впрячь, запряжка, ремиза, доспехи, жгут, жгута, такелажное

ιπποσκευή στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sele, selen, seletøy

ιπποσκευή στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sele, selen, mattan, stammen

ιπποσκευή στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hillitä, ohjastaa, valjastaa, valjaat, valjaiden, johtosarja, valjasteokset, harness

ιπποσκευή στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sele, seletøj, selen, ledningerne, ledningsnet

ιπποσκευή στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kšíry, zapřáhnout, připřáhnout, postroj, svazek, postroje, kabelového svazku, kabelový svazek

ιπποσκευή στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
okablowanie, uprząż, zaprzęgać, Wiązka, szelki, wiązki przewodów, uprzęży

ιπποσκευή στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lószerszám, hám, kábelköteg, heveder, kábelköteget

ιπποσκευή στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koşum, kablo demeti, demeti, harness, tesisatı

ιπποσκευή στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
збруя, упряж, збрую, шкіряні Упряж

ιπποσκευή στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
parzmore, mbreh, qaforen, rrip i, pajime të kalit

ιπποσκευή στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хамут, колан, сбруя, хамути, сноп

ιπποσκευή στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вупраж, збрую, збруя

ιπποσκευή στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
siinolemine, rihmad, rakmed, rakmete, hobuseriistad, harness, juhtmestiku

ιπποσκευή στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oklop, hamovi, upregnuti, kabelskog svežnja, kabelski svežanj, svežnja, kabelskog snopa

ιπποσκευή στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
belti, aktygi, festingin, öryggisbeislisins

ιπποσκευή στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pakinktai, diržai, balnai, harness, laidynas

ιπποσκευή στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zirglietas, iejūgs, harness, četrpunktu, uzkabe

ιπποσκευή στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
темперамент, сарачки, сарачки производи, затегнувачи, искористување

ιπποσκευή στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
hamuri, ham, cablajului, harnașament, fasciculului de, al cablajului

ιπποσκευή στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
postroj, oprtnik, plezalni pas, harness, snop, jermenarski

ιπποσκευή στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
postroj, popruhy, obojok, priväzovacie zariadenie, priväzovacie
Τυχαίες λέξεις