Convenire στα ελληνικά
Μετάφραση: convenire, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξυπηρετώ, βολεύω, κοστούμι, αρμόζω, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- conveniente στα ελληνικά - καθωσπρέπει, πρέπων, ευπρεπής, επίκαιρος, σωστός, έντιμος, σκόπιμος, ...
- convenienza στα ελληνικά - προτέρημα, πλεονέκτημα, σκοπιμότητα, ευκολία, άνεση, εξυπηρέτησή, καλύτερη εξυπηρέτησή, ...
- convento στα ελληνικά - γυναικεία μονή, μοναστήρι, μονή, μοναστήρι του, μοναστηριού
- convenzionale στα ελληνικά - συμβατικός, συμβατικές, συμβατικό, συμβατικά, συμβατική
Τυχαίες λέξεις
Convenire στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξυπηρετώ, βολεύω, κοστούμι, αρμόζω, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε
Μεταφράσεις: εξυπηρετώ, βολεύω, κοστούμι, αρμόζω, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε