Corporale στα ελληνικά
Μετάφραση: corporale, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικά, δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- corpetto στα ελληνικά - κορσάζ, καρφίτσα, corsage, κορσάζ καρφίτσα
- corpo στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
- corporeo στα ελληνικά - δεκανέας, σωματικά, σωματικός, σωματική, ενσώματα, ενσώματο, σωματικό
- corredare στα ελληνικά - εξοπλίσει, εξοπλισμό, εξοπλίσουν, τον εξοπλισμό, εξοπλίζουν
Τυχαίες λέξεις
Corporale στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικά, δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική
Μεταφράσεις: σωματικά, δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική