Dispensare στα ελληνικά
Μετάφραση: dispensare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απονέμω, εφαρμόζω, διοικώ, χορηγώ, απαλλάξει, να απαλλάξει, διανομή, διανέμουν, μην
Μεταφράσεις
- disparità στα ελληνικά - ανισότητα, ανισότητας, ανισοτήτων, ανισότητες, της ανισότητας
- dispensa στα ελληνικά - απαλλαγή, ντουλάπι, κελάρι, αποθήκη τροφίμων, οψοφυλάκιο, κυλικείου
- disperare στα ελληνικά - απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
- disperato στα ελληνικά - απελπισμένος, απεγνωσμένος, απελπιστική, απελπισμένη, απελπισμένοι, απεγνωσμένη
Τυχαίες λέξεις
Dispensare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απονέμω, εφαρμόζω, διοικώ, χορηγώ, απαλλάξει, να απαλλάξει, διανομή, διανέμουν, μην
Μεταφράσεις: απονέμω, εφαρμόζω, διοικώ, χορηγώ, απαλλάξει, να απαλλάξει, διανομή, διανέμουν, μην