Enorme στα ελληνικά

Μετάφραση: enorme, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απέραντος, τεράστιος, πελώριος, τεράστια, τεράστιο, τεράστιες, μεγάλη
Enorme στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • enfiare στα ελληνικά - φουσκώνω, πρήζω, εξογκώνω
  • enigma στα ελληνικά - αίνιγμα, μυστήριο, προβληματίζω, γρίφος, κοσκινίζω, Enigma, αινίγματος, ...
  • entità στα ελληνικά - οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
  • entrare στα ελληνικά - μπαίνω, εισέρχομαι, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την
Τυχαίες λέξεις
Enorme στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απέραντος, τεράστιος, πελώριος, τεράστια, τεράστιο, τεράστιες, μεγάλη