Evidente στα ελληνικά
Μετάφραση: evidente, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταφανής, έκδηλος, περίβλεπτος, προφανής, περίοπτος, φαινομενικός, εμφανής, προφανές, προφανή, προφανείς, φανερό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eventuale στα ελληνικά - πιθανός, εφικτός, ενδεχόμενος, ενδεχόμενη, τελική, ενδεχόμενης, ενδεχόμενες
- eventualità στα ελληνικά - ενδεχόμενο, το ενδεχόμενο, ενδεχόμενο αυτό, ενδεχομένου
- evidentemente στα ελληνικά - εμφανώς, φαινομενικά, προφανώς, προφανές, προφανές ότι
- evidenza στα ελληνικά - στοιχεία, απόδειξη, μαρτυρία, αποδείξεις, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία
Τυχαίες λέξεις
Evidente στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταφανής, έκδηλος, περίβλεπτος, προφανής, περίοπτος, φαινομενικός, εμφανής, προφανές, προφανή, προφανείς, φανερό
Μεταφράσεις: καταφανής, έκδηλος, περίβλεπτος, προφανής, περίοπτος, φαινομενικός, εμφανής, προφανές, προφανή, προφανείς, φανερό