Περίοπτος στα ιταλικά

Μετάφραση: περίοπτος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vistoso, evidente, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente
Περίοπτος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περίοπτος

περίοπτος συνώνυμο, περίοπτος σημασία, περίοπτος λεξικό γλώσσας ιταλικά, περίοπτος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • περίοδο στα ιταλικά - stagione, condire, ammannire, periodo, periodo di, termine, durata, ...
  • περίοδος στα ιταλικά - mestruazione, ammannire, stagione, periodo, epoca, condire, periodo di, ...
  • περίπλοκος στα ιταλικά - complicare, complicato, complesso, complicata, complessa, complicate
  • περίπου στα ιταλικά - su, quasi, attorno, circa, intorno, verso, merito, ...
Τυχαίες λέξεις
Περίοπτος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vistoso, evidente, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente