Gomma στα ελληνικά
Μετάφραση: gomma, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαστιχένιος, μαστίχα, γόμα, καουτσούκ, λάστιχο, ελαστικό, από καουτσούκ, ελαστικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gomito στα ελληνικά - αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνων
- gomitolo στα ελληνικά - μπάλα, σφαίρα, πάσα, αντίπαλων, μπάλας
- gonfiare στα ελληνικά - πρήζω, φουσκώνω, εξογκώνω, φουσκώνουν, διογκώσει, φουσκώνει, διογκώνουν, ...
- gonfio στα ελληνικά - πρησμένος, πρησμένο, πρησμένα, διογκωμένων, πρησμένοι
Τυχαίες λέξεις
Gomma στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, μαστίχα, γόμα, καουτσούκ, λάστιχο, ελαστικό, από καουτσούκ, ελαστικού
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, μαστίχα, γόμα, καουτσούκ, λάστιχο, ελαστικό, από καουτσούκ, ελαστικού