Indirizzo στα ελληνικά
Μετάφραση: indirizzo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απευθύνω, διεύθυνση, διεύθυνση οδού, ταχυδρομική διεύθυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- indiretto στα ελληνικά - έμμεσος, έμμεση, έμμεσες, έμμεσης, έμμεσων
- indirizzare στα ελληνικά - απευθύνω, στέλνω, φέρσιμο, διαγωγή, μόλυβδος, καθοδηγώ, συμπεριφορά, ...
- indiscreto στα ελληνικά - ακριτόμυθος, αδιάκριτος, αδιάκριτα, αδιάκριτο, αδιάκριτες, αδιάκριτη
- indiscrezione στα ελληνικά - απερισκεψία, αθυροστομία, ασυνεσία, αδιακρισία, ακριτομυθίας
Τυχαίες λέξεις
Indirizzo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απευθύνω, διεύθυνση, διεύθυνση οδού, ταχυδρομική διεύθυνση
Μεταφράσεις: απευθύνω, διεύθυνση, διεύθυνση οδού, ταχυδρομική διεύθυνση