Insolubile στα ελληνικά
Μετάφραση: insolubile, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- insolenza στα ελληνικά - αυθάδεια, θρασύτητα, αυθάδειας, την αυθάδεια, θρασύτητας
- insolito στα ελληνικά - ασυνήθιστος, ασυνήθης, ασυνήθιστο, ασυνήθιστη, ασυνήθιστες
- insolvenza στα ελληνικά - αφερεγγυότητα, αφερεγγυότητας, πτώχευσης, πτωχεύσεως, περί αφερεγγυότητας
- insonnia στα ελληνικά - αϋπνία, αϋπνίας, την αϋπνία, της αϋπνίας, η αϋπνία
Τυχαίες λέξεις
Insolubile στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες
Μεταφράσεις: αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες