Lei στα ελληνικά

Μετάφραση: lei, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτήν, εσύ, αυτή, εσείς, σας, της, εκείνη, που, ότι, που της
Lei στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • legno στα ελληνικά - ξύλο, ξυλεία, δάσος, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο
  • legume στα ελληνικά - όσπριο, ψυχανθών, οσπρίων, οσπρίου, όσπρια
  • lembo στα ελληνικά - περιστόμιο, χείλος, περιθώριο, μεθόριος, σύνορο, ρέλι, άκρη, ...
  • lena στα ελληνικά - αναπνοή, ανάσα, ζωτικότητα, σθένος, αντοχή, την αντοχή, δύναμη
Τυχαίες λέξεις
Lei στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτήν, εσύ, αυτή, εσείς, σας, της, εκείνη, που, ότι, που της