Licenziare στα ελληνικά

Μετάφραση: licenziare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύω, να απορρίψει, απορρίψει, απόρριψη, απολύσει, απολύσεως
Licenziare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • licenza στα ελληνικά - παρατάω, παραιτούμαι, άδεια, φεύγω, επιτρέπω, άδειας, πιστοποιητικού, ...
  • licenziamento στα ελληνικά - εκκρίνω, απολύω, δημοσιεύω, άφεση, κυκλοφορώ, εκροή, εκπυρσοκρότηση, ...
  • lichene στα ελληνικά - λειχήνες, λειχήνα, λειχήνων, λειχήνας, lichen
  • licitazione στα ελληνικά - πλειστηριασμός, προσφορά, προσφορών, προσφοράς, διαγωνισμούς, υποβολής προσφορών
Τυχαίες λέξεις
Licenziare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύω, να απορρίψει, απορρίψει, απόρριψη, απολύσει, απολύσεως