Mensola στα ελληνικά

Μετάφραση: mensola, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρηγορώ, ράφι, ζωής, ραφιού, στο ράφι, αποθήκευσης
Mensola στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mensile στα ελληνικά - μηνιαίος, μηνιαία, μηνιαίες, μηνιαίο, μηνιαίων
  • mensilmente στα ελληνικά - μηνιαίος, μηνιαία, μηνιαίες, μηνιαίο, μηνιαίων
  • menta στα ελληνικά - νομισματοκοπείο, μέντα, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείου
  • mentale στα ελληνικά - πνευματικός, ψυχικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Τυχαίες λέξεις
Mensola στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρηγορώ, ράφι, ζωής, ραφιού, στο ράφι, αποθήκευσης