Mercenario στα ελληνικά
Μετάφραση: mercenario, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μισθοφορικός, μισθοφόρος, μισθοφορικών, μισθοφορικό, μισθοφόρου, μισθοφορικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- merce στα ελληνικά - εμπόρευμα, αγαθό, εμπορεύματα, αγαθά, πραμάτεια, εμπορευμάτων, αγαθών, ...
- mercede στα ελληνικά - μισθός, ανταμοιβή, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, τρίτων
- mercurio στα ελληνικά - υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου
- meridiano στα ελληνικά - απόγειο, μεσημβρινός, μεσημβρινό, μεσημβρινού, μεσημβρινών, του μεσημβρινού
Τυχαίες λέξεις
Mercenario στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μισθοφορικός, μισθοφόρος, μισθοφορικών, μισθοφορικό, μισθοφόρου, μισθοφορικού
Μεταφράσεις: μισθοφορικός, μισθοφόρος, μισθοφορικών, μισθοφορικό, μισθοφόρου, μισθοφορικού