Occhialaio στα ελληνικά

Μετάφραση: occhialaio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπτικός, οπτικών ειδών, οπτικών, οπτικό, οπτικού
Occhialaio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • occasionale στα ελληνικά - ανεπίσημος, συγκυρία, ευκαιρία, σποραδικός, πιθανότητα, τυχαίος, ξέγνοιαστος, ...
  • occasione στα ελληνικά - πιθανότητα, τύχη, συγκυρία, ευκαιρία, περίπτωση, περίσταση, κατά, ...
  • occhiali στα ελληνικά - γυαλιά, ποτήρια, τα γυαλιά, γυαλιών, Γυαλία
  • occhiata στα ελληνικά - φαίνομαι, εμφάνιση, κοιτάζω, βλέμμα, ματιά, όψεως
Τυχαίες λέξεις
Occhialaio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπτικός, οπτικών ειδών, οπτικών, οπτικό, οπτικού