Ortodosso στα ελληνικά

Μετάφραση: ortodosso, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Ortodosso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ortica στα ελληνικά - τσουκνίδα, τσουκνίδας, κνιδωτικό, nettle, ταύρο από τα κέρατα
  • orticaria στα ελληνικά - κνίδωση, κυψέλες, κυψελών, εξάνθημα, μελισσοκομικού κεφαλαίου
  • ortogonale στα ελληνικά - ορθογώνια, ορθογώνιοι, ορθογώνιες, ορθογώνιους, ορθογωνική
  • ortografia στα ελληνικά - ορθογραφία, ορθογραφικά, ορθογραφίας, την ορθογραφία, ορθογραφικό
Τυχαίες λέξεις
Ortodosso στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης