Particolareggiato στα ελληνικά

Μετάφραση: particolareggiato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεπτομερής, διεξοδικός, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Particolareggiato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • particola στα ελληνικά - μόριο, άτομο, σωματίδιο, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
  • particolare στα ελληνικά - λεπτομέρεια, απαριθμώ, ειδικότερα, ιδίως, ιδιαίτερα, συγκεκριμένα, ιδίως το
  • particolarità στα ελληνικά - λεπτομέρεια, χαρακτηριστικό, ιδιαιτερότητα, ιδιαιτερότητας, ιδιομορφία
  • particolarmente στα ελληνικά - ειδικά, ιδίως, ιδιαίτερα, ιδιαιτέρως, ειδικότερα, κυρίως
Τυχαίες λέξεις
Particolareggiato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεπτομερής, διεξοδικός, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές