Pratico στα ελληνικά

Μετάφραση: pratico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
Pratico στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pratica στα ελληνικά - εμπειρία, πρακτική, άσκηση, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
  • praticare στα ελληνικά - πρακτική, άσκηση, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
  • prato στα ελληνικά - λιβάδι, πόα, χόρτο, καταδότης, πελούζα, γκαζόν, γρασίδι, ...
  • preambolo στα ελληνικά - σκεπτικό, πρόλογος, προοίμιο, σκέψη, προοιμίου, αιτιολογικές σκέψεις, σκέψεις
Τυχαίες λέξεις
Pratico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά