Πρακτικός στα ιταλικά
Μετάφραση: πρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pratico, effettivo, pratica, pratiche, pratici, concreta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτικός
πρακτικός οδηγός του δικαστικού αντιπροσώπου, πρακτικός ιδεαλισμός, πρακτικός οδηγός για τις εκλογές, πρακτικός οδηγός για δικαστικούς αντιπροσώπους 2014, πρακτικός οδηγός, πρακτικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, πρακτικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πραγματοποιώ στα ιταλικά - raggiungere, compiere, eseguire, realizzare, rendersi conto, capire, realizzare il, ...
- πρακτική στα ιταλικά - applicazione, esercitare, esercitazione, pratica, praticare, prassi, pratiche, ...
- πρακτορείο στα ιταλικά - agenzia, ufficio, succursale, filiale, agenzia di, un'agenzia, dell'agenzia, ...
- πραμάτεια στα ιταλικά - merce, mercanzia, mercanzie, merci, le mercanzie
Τυχαίες λέξεις
Πρακτικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pratico, effettivo, pratica, pratiche, pratici, concreta
Μεταφράσεις: pratico, effettivo, pratica, pratiche, pratici, concreta