Prendere στα ελληνικά

Μετάφραση: prendere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιχμαλωτίζω, αιχμαλωσία, παίρνω, σφίγγω, αρπάζω, συλλαμβάνω, πιάνω, αποκτώ, κράτημα, λαβή, λαμβάνει, να λάβει, λαμβάνουν, λάβει, λάβουν
Prendere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • premura στα ελληνικά - βιασύνη, βιάζομαι, τρέχω, σπεύδω, θεωρώ, ορμή, φροντίδα, ...
  • premuroso στα ελληνικά - προσεκτικός, γνωστικός, διακριτικός, ευγενικός, διακριτικοί, considerate, λαμβάνετε υπόψη
  • prenotare στα ελληνικά - παρακαταθήκη, βιβλιάριο, εφεδρικός, εφεδρεία, καπαρώνω, παρακρατώ, βιβλίο, ...
  • prenotazione στα ελληνικά - κράτηση, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Τυχαίες λέξεις
Prendere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιχμαλωτίζω, αιχμαλωσία, παίρνω, σφίγγω, αρπάζω, συλλαμβάνω, πιάνω, αποκτώ, κράτημα, λαβή, λαμβάνει, να λάβει, λαμβάνουν, λάβει, λάβουν