Privato στα ελληνικά

Μετάφραση: privato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαντάρος, ιδιωτικός, ιδιαίτερος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών
Privato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • priorità στα ελληνικά - προτεραιότητα, προτεραιότητας, κατά προτεραιότητα, προτεραιότητας που
  • prisma στα ελληνικά - πρίσμα, πρίσματος, το πρίσμα, πρισμάτων, του πρίσματος
  • privilegiare στα ελληνικά - προνόμιο, προνομίου, δικαίωμα, προνόμιο να, απόρρητο
  • privilegio στα ελληνικά - προνόμιο, προνομίου, δικαίωμα, προνόμιο να, απόρρητο
Τυχαίες λέξεις
Privato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαντάρος, ιδιωτικός, ιδιαίτερος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών