Ιδιωτικός στα ιταλικά

Μετάφραση: ιδιωτικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
privato, singolo, privata, privati, private, riservato
Ιδιωτικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιωτικός

ιδιωτικός τομέας άδειες, ιδιωτικός αστυνομικός ασφαλείας, ιδιωτικός ερευνητής, ιδιωτικός ντετέκτιβ, ιδιωτικός υπάλληλος στα αγγλικά, ιδιωτικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ιδιωτικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ιδιοτέλεια στα ιταλικά - egoismo, l'egoismo, dell'egoismo, egoismi, dall'egoismo
  • ιδιοτελής στα ιταλικά - egoista, egoistica, egoistico, egoisti, egoistici
  • ιδιόμορφος στα ιταλικά - unico, straordinario, strano, singolo, bizzarro, singolare, eccezionale, ...
  • ιδιότητα στα ιταλικά - qualità, proprietà, immobili, struttura a, beni, di proprietà
Τυχαίες λέξεις
Ιδιωτικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: privato, singolo, privata, privati, private, riservato