Rifornimento στα ελληνικά

Μετάφραση: rifornimento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παροχή, παρέχω, στέγαση, χορήγηση, κατάλυμα, προμήθεια, μέριμνα, προμηθεύουν, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή
Rifornimento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • riforma στα ελληνικά - τροπολογία, ανασχηματισμός, μεταρρυθμίζω, μεταρρύθμιση, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, ...
  • riformare στα ελληνικά - μεταρρύθμιση, ανασχηματισμός, μεταρρυθμίζω, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις
  • rifrangere στα ελληνικά - διαθλώ, μεταστρέφω, διαθλάσει, διαθλούν, διαθλούν το
  • rifugiato στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
Τυχαίες λέξεις
Rifornimento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παροχή, παρέχω, στέγαση, χορήγηση, κατάλυμα, προμήθεια, μέριμνα, προμηθεύουν, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή