Sbiancare στα ελληνικά

Μετάφραση: sbiancare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκαντικό, χλωρίνη, ασπρίζει, γίνει λευκό, γίνονται άσπρα, γίνονται άσπρες, γίνει άσπρο
Sbiancare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sbavare στα ελληνικά - σαλιαρίζω, μωρολογώ, drool, σάλια, σάλια τρέχουν
  • sbigottimento στα ελληνικά - κατατρομάζω, ανησυχία, τρόμος, φόβος, απογοήτευση, φόβο, απογοήτευσή, ...
  • sbirciare στα ελληνικά - κρυφοκοιτάζω, κρυφοκοίταγμα, ματιά, peek, κρυφοκοιτάζει, ματιά στο
Τυχαίες λέξεις
Sbiancare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκαντικό, χλωρίνη, ασπρίζει, γίνει λευκό, γίνονται άσπρα, γίνονται άσπρες, γίνει άσπρο