Sciatto στα ελληνικά
Μετάφραση: sciatto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατάστατος, τσαπατσούλικης, ατημέλητο, slovenly
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sciarpa στα ελληνικά - μαντήλι, κασκόλ, μαντίλι, μαντίλα, φουλάρι
- sciatore στα ελληνικά - σκιέρ, αθλητή, χιονοδρόμου
- scientifico στα ελληνικά - επιστημονικός, επιστημονική, επιστημονικών, επιστημονικές, επιστημονικής
- scienza στα ελληνικά - επιστήμη, γνώση, γνώσεις, επιστήμης, την επιστήμη, της επιστήμης, η επιστήμη
Τυχαίες λέξεις
Sciatto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατάστατος, τσαπατσούλικης, ατημέλητο, slovenly
Μεταφράσεις: ακατάστατος, τσαπατσούλικης, ατημέλητο, slovenly