Semplificare στα ελληνικά
Μετάφραση: semplificare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απλοποιώ, απλοποίηση, απλοποιήσει, την απλοποίηση, απλοποιηθεί, την απλούστευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- semplice στα ελληνικά - κάμπος, πεδιάδα, άνετος, σκέτο, εύκολος, σκέτος, άτεχνος, ...
- semplicemente στα ελληνικά - απλώς, απλά, απλή, μόνο, απλά να
- sempre στα ελληνικά - ποτέ, πάντα, πάντοτε, πάντα να, είναι πάντα, διαρκώς
- senape στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
Τυχαίες λέξεις
Semplificare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απλοποιώ, απλοποίηση, απλοποιήσει, την απλοποίηση, απλοποιηθεί, την απλούστευση
Μεταφράσεις: απλοποιώ, απλοποίηση, απλοποιήσει, την απλοποίηση, απλοποιηθεί, την απλούστευση