Sequestrare στα ελληνικά

Μετάφραση: sequestrare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάσχω, καταλαμβάνω, χωρίζω, απομονώνουν, δεσμεύουν, διαχωρίζουν, απομονώσει
Sequestrare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • seppellire στα ελληνικά - θάβω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
  • sequenza στα ελληνικά - αλληλουχία, διαδοχή, ακολουθία, σειρά, αλληλουχίας, ακολουθίας
  • sequestratore στα ελληνικά - απαγωγέας, απαγωγέα, Ο απαγωγέας, απαγωγέας των, τον απαγωγέα
  • sequestro στα ελληνικά - σπασμός, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
Τυχαίες λέξεις
Sequestrare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάσχω, καταλαμβάνω, χωρίζω, απομονώνουν, δεσμεύουν, διαχωρίζουν, απομονώσει