Κατάσχω στα ιταλικά

Μετάφραση: κατάσχω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
confiscare, sequestrare, acciuffare, carpire, acchiappare, afferrare, incamerare, sequestrate, sequestrano
Κατάσχω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάσχω

κατάσχω κατάσχεται, κατάσχω κλίση, κατάσχω λεξικό γλώσσας ιταλικά, κατάσχω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κατάστημα στα ιταλικά - premessa, supposizione, shop, negozio, negozio di, bar, bottega
  • κατάστρωμα στα ιταλικά - coperta, ponte, piattaforma, mazzo, deck
  • κατάφορτος στα ιταλικά - pieno, gravido, carico, denso, irto
  • κατάχρηση στα ιταλικά - insulto, maltrattare, abusare, abuso, insultare, abusi, abuso di, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάσχω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: confiscare, sequestrare, acciuffare, carpire, acchiappare, afferrare, incamerare, sequestrate, sequestrano