Vaticinare στα ελληνικά

Μετάφραση: vaticinare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβλέπω, προλέγω, vaticinate
Vaticinare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • guarigione στα ελληνικά - ανάρρωση, επούλωση, θεραπεία, επούλωσης, την επούλωση, θεραπευτικές
  • idolo στα ελληνικά - ίνδαλμα, είδωλο, είδωλό, ειδώλιο, το είδωλό, ειδώλου
  • misura στα ελληνικά - διάβημα, μετρώ, βήμα, βηματίζω, μέτρο, αναλογία, τη μέτρηση, ...
  • mitologia στα ελληνικά - μυθολογία, μυθολογίας, τη μυθολογία, την μυθολογία
Τυχαίες λέξεις
Vaticinare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβλέπω, προλέγω, vaticinate