Carinski στα ελληνικά
Μετάφραση: carinski, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έθιμο, τελωνείο, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- carica στα ελληνικά - βασίλισσα, αυτοκράτειρα, αυτοκράτειρας, Empress, η αυτοκράτειρα, την αυτοκράτειρα
- carina στα ελληνικά - δασμοί, τιμολόγιο, καθήκον, δασμολόγιο, διόδια, φόρος, τελωνείο, ...
- carska στα ελληνικά - βασιλεία, βασιλεύω, αυτοκρατορικός, Imperial, Αυτοκρατορικό, αυτοκρατορική, το Imperial
- carski στα ελληνικά - βασιλικός, αυτοκρατορικός, αυτοκρατορική, αυτοκρατορικό, αυτοκρατορικής, αυτοκρατορικού
Τυχαίες λέξεις
Carinski στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έθιμο, τελωνείο, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό
Μεταφράσεις: έθιμο, τελωνείο, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό