Dominirati στα ελληνικά
Μετάφραση: dominirati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχώ, δεσπόζω, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dominacija στα ελληνικά - κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, επικράτηση
- dominantan στα ελληνικά - κυριαρχώ, δεσπόζω, κυρίαρχη, κυρίαρχο, δεσπόζουσα, δεσπόζουσα θέση, δεσπόζουσας
- domino στα ελληνικά - ζάρια, ντόμινο, Domino, το Domino, του Domino, του ντόμινο
- domišljat στα ελληνικά - πνευματώδης, σπιρτόζος, έξυπνος, έξυπνο, έξυπνη, έξυπνες, έξυπνα
Τυχαίες λέξεις
Dominirati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχώ, δεσπόζω, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
Μεταφράσεις: κυριαρχώ, δεσπόζω, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν