Λέξη: βλακείες

Σχετικές λέξεις: βλακείες

ιερέσ βλακείεσ, εξυπνο βλακείες

Μεταφράσεις: βλακείες

βλακείες στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nonsense, bullshit, crap, Stupidities, stupid

βλακείες στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bobada, tontería, disparate, mierda, bullshit, una mierda, tonterías, chorrada

βλακείες στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unsinn, dummheit, quatsch, nonsens, blödsinn, Bullshit, Schwachsinn, Mist, Blödsinn, Scheiß

βλακείες στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
niaiserie, insanité, absurdité, fadaises, boulette, sornette, fadaise, balourdise, sottise, bêtise, gaffe, absurde, stupidité, incartades, idiotie, connerie, conneries, des conneries, bullshit, merde

βλακείες στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assurdità, nonsenso, bullshit, stronzate, stronzata, cazzate, una stronzata

βλακείες στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
absurdo, treta, besteira, tretas, besteiras, merda

βλακείες στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
absurditeit, nonsens, gekheid, onzinnigheid, zever, bullshit, onzin, gelul, gezeik

βλακείες στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дребедень, абсурд, белиберда, чушь, несуразица, бессмыслица, ерундистика, нескладица, галиматья, заумь, нелепость, бредни, идиотство, вранье, бестолковщина, мура, фигня, фигне, фигню, фигни, фигней

βλακείες στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sludder, tøv, vås, tøys, bullshit, tull, tullet, dritt, piss

βλακείες στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dumheter, skitsnack, skit, bullshit, skitsnacket, skiten

βλακείες στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hapatus, loru, pöty, puppu, roska, paskapuhe, paskaa, bullshit, paskapuhetta

βλακείες στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bullshit, lort, pis, noget pis, noget lort

βλακείες στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nesmyslnost, pitomost, pitomina, nesmysl, hloupost, hovadina, kecy, blbost, kravina

βλακείες στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bezsens, głupstwo, brednia, nonsens, bzdura, nielogiczność, niedorzeczność, głupie gadanie, bzdury, gówno, gówno prawda

βλακείες στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
képtelenség, hülyeség, marhaság, baromság, lószar, szarság

βλακείες στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saçmalık, saçma, bullshit, bir saçmalık, saçmalýk

βλακείες στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нонсенс, безглуздя, нісенітниця, фігня, фигня

βλακείες στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dëngla, gjepura, bullshit, ndyrrësi

βλακείες στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
глупости, са глупости, глупост, пълни глупости, глупостите

βλακείες στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бздура, фігня, лайно

βλακείες στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jamps, lollus, jama, jura, pask

βλακείες στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
glupost, besmislica, bezumnost, sitnice, sranje, gluposti, sranja, je sranje

βλακείες στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bull, kjaftæði, rugl

βλακείες στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
alogia

βλακείες στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nesąmonė, bullshit, Hernė, Kokot

βλακείες στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bullshit, muļķības, pupu mizas

βλακείες στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
срање, срања, срањата, глупости

βλακείες στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prostie, rahat, prostii, porcărie, prostiile

βλακείες στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bullshit, bedarija, sranje, sranja, navadno sranje

βλακείες στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nezmysel, hovadina
Τυχαίες λέξεις