Entitet στα ελληνικά
Μετάφραση: entitet, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- energije στα ελληνικά - κύρος, δύναμη, εξουσία, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, ...
- energičan στα ελληνικά - επίπονος, δραστήριος, ενεργητικός, έντονος, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ...
- enzim στα ελληνικά - ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που
- enzimski στα ελληνικά - ένζυμο, ενζυματική, ενζυμική, ενζυματικές, ενζυματικής, ενζυματικών
Τυχαίες λέξεις
Entitet στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
Μεταφράσεις: οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας