Novak στα ελληνικά
Μετάφραση: novak, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στρατολογώ, νεοσύλλεκτος, αρχάριος, αρχάριους, αρχάριο, αρχαρίων, αρχάριοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- novac στα ελληνικά - πορτοφόλι, κέρμα, σαπούνι, σκουπίδια, λεφτά, χρήματα, χρήμα, ...
- novajlija στα ελληνικά - γκόμενα, κούπα, δόκιμος, μούρη, μωρό, αρχάριος, αρχάριους, ...
- novatorstvo στα ελληνικά - μαραφέτι, το μαραφέτι, τέχνασμα, contraption, επινόημα
- novačenje στα ελληνικά - στρατολογία, στρατολόγηση, πρόσληψη, πρόσληψης, προσλήψεων, προσλήψεις
Τυχαίες λέξεις
Novak στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στρατολογώ, νεοσύλλεκτος, αρχάριος, αρχάριους, αρχάριο, αρχαρίων, αρχάριοι
Μεταφράσεις: στρατολογώ, νεοσύλλεκτος, αρχάριος, αρχάριους, αρχάριο, αρχαρίων, αρχάριοι