Opljačkati στα ελληνικά
Μετάφραση: opljačkati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδύω, ληστεύω, γυμνώνω, ξεγυμνώνω, απολύω, λεηλατώ, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oplemenjen στα ελληνικά - ραφινάτος, καλλιεργημένος, εκλεπτυσμένος, εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, ...
- oplesti στα ελληνικά - ρελιάζω, κοτσίδα, πλέκω, παντρεύομαι, συζευγνύω, νυμφεύομαι, νυμφεύω, ...
- oplodni στα ελληνικά - αναπαραγωγή, λίπανση, λιπαντικά, λιπαντική, λίπανσης, γονιμοποίησης
- oplođenje στα ελληνικά - γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός
Τυχαίες λέξεις
Opljačkati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδύω, ληστεύω, γυμνώνω, ξεγυμνώνω, απολύω, λεηλατώ, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Μεταφράσεις: εκδύω, ληστεύω, γυμνώνω, ξεγυμνώνω, απολύω, λεηλατώ, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob