Otpor στα ελληνικά

Μετάφραση: otpor, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντοχή, αντίδραση, ανταγωνισμός, αντίσταση, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Otpor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • otplata στα ελληνικά - αποπληρωμή, πληρωμή, πληρωμής, πληρωμών, καταβολή, καταβολής
  • otplatiti στα ελληνικά - εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά
  • otporan στα ελληνικά - δύσκολος, σκληρός, απρόσβλητος, άτρωτος, ανθεκτικός, ρωμαλέος, σκληροτράχηλος, ...
  • otpornost στα ελληνικά - αντίσταση, δυνάμεις, αντοχή, ρώμη, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Τυχαίες λέξεις
Otpor στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντοχή, αντίδραση, ανταγωνισμός, αντίσταση, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα