Plovno στα ελληνικά
Μετάφραση: plovno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναυτιλία, πλεύση, αξιόπλοο, αξιόπλοα, πτητικά ικανά, πτητικά ικανό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- držalac στα ελληνικά - θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
- kvalificiran στα ελληνικά - εκλόγιμος, εκλέξιμος, άξιος, κατάλληλος, ειδική, προσόντα, ειδικευμένο, ...
- natjecanje στα ελληνικά - άθλημα, γεγονός, αντιπαράθεση, ανταγωνισμός, ανταγωνισμού, ανταγωνισμό, του ανταγωνισμού, ...
- odriješen στα ελληνικά - χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, λυτός, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, ...
Τυχαίες λέξεις
Plovno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναυτιλία, πλεύση, αξιόπλοο, αξιόπλοα, πτητικά ικανά, πτητικά ικανό
Μεταφράσεις: ναυτιλία, πλεύση, αξιόπλοο, αξιόπλοα, πτητικά ικανά, πτητικά ικανό