Postojeći στα ελληνικά
Μετάφραση: postojeći, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρών, δώρο, όν, παρουσιάζω, υπάρχον, υπάρχουσες, υφιστάμενων, υπάρχοντα, τα υπάρχοντα
Μεταφράσεις
- intimnosti στα ελληνικά - οικειότητα, Η οικειότητα, Intimacy, Σαρκική, Σαρκική Εξάρτηση
- košarica στα ελληνικά - κοφίνι, καλάθι, πανέρι, καλαθιού, καλάθι με, καλάθι αγορών, μπάσκετ
- lektorske στα ελληνικά - σύνταξης, συντακτική, συντακτικής, συντακτικές, συντακτικό
- otrovnost στα ελληνικά - καταφορά, τοξικότητα, τοξικότητας, την τοξικότητα, τοξικότητος, της τοξικότητας
Τυχαίες λέξεις
Postojeći στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρών, δώρο, όν, παρουσιάζω, υπάρχον, υπάρχουσες, υφιστάμενων, υπάρχοντα, τα υπάρχοντα
Μεταφράσεις: παρών, δώρο, όν, παρουσιάζω, υπάρχον, υπάρχουσες, υφιστάμενων, υπάρχοντα, τα υπάρχοντα