Punjenje στα ελληνικά
Μετάφραση: punjenje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορτίο, φορτώνω, σφράγισμα, βάρος, παραγέμισμα, γέμισμα, ζαλίκι, χορταστικός, φόρτωση, φόρτωσης, loading, τη φόρτωση, φορτώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kriminologija στα ελληνικά - εγκληματολογία, Εγκληματολογίας, την εγκληματολογία, της εγκληματολογίας, εγκληματολογικες
- ležaj στα ελληνικά - ντιβάνι, καναπές, σχέση, ανάκλιντρο, στάση, έδρανο, κρεβάτι, ...
- lupa στα ελληνικά - κουδουνίζω, τραντάζω, σαματάς, κροταλίζω, πάταγος, κροτώ, φακό, ...
- okno στα ελληνικά - λάκκος, ορυχείο, άξονας, παράθυρο, τζάμι, τμήμα του παραθύρου, τμήμα παραθύρου, ...
Τυχαίες λέξεις
Punjenje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορτίο, φορτώνω, σφράγισμα, βάρος, παραγέμισμα, γέμισμα, ζαλίκι, χορταστικός, φόρτωση, φόρτωσης, loading, τη φόρτωση, φορτώσεως
Μεταφράσεις: φορτίο, φορτώνω, σφράγισμα, βάρος, παραγέμισμα, γέμισμα, ζαλίκι, χορταστικός, φόρτωση, φόρτωσης, loading, τη φόρτωση, φορτώσεως