Punu στα ελληνικά

Μετάφραση: punu, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάποιος, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Punu στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestjelesan στα ελληνικά - επουσιώδης, ασώματος, ασώματο, ασώματη, ασώματοι, ασώματες
  • gostoprimstvo στα ελληνικά - φιλοξενία, φιλοξενίας, τη φιλοξενία, της φιλοξενίας, την φιλοξενία
  • hardver στα ελληνικά - υλικό, υλικού, hardware, το υλικό, του υλικού
  • inženjer στα ελληνικά - μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
Τυχαίες λέξεις
Punu στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάποιος, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες