Skupiti στα ελληνικά
Μετάφραση: skupiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωριάζομαι, καταρρέω, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blagozvučnost στα ελληνικά - ευφωνία, ευφωνίας
- brižan στα ελληνικά - προσεκτικός, φροντίδα, φροντίδας, τη φροντίδα, η φροντίδα, φροντίζουν
- ispušni στα ελληνικά - εξάτμιση, καυσαερίων, εξάτμισης, εξαγωγής, εξατμίσεως
- neženja στα ελληνικά - γλώσσα, πέλμα, άγαμος, απόφοιτος, Bachelor, εργένης, μπάτσελορ
Τυχαίες λέξεις
Skupiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωριάζομαι, καταρρέω, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν
Μεταφράσεις: σωριάζομαι, καταρρέω, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν