Slom στα ελληνικά
Μετάφραση: slom, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαντακώνω, κατάρρευση, ρήμαγμα, χαλώ, ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
Μεταφράσεις
- aspekt στα ελληνικά - άποψη, όψη, πλευρά, θωριά, πτυχή, στοιχείο
- brdašce στα ελληνικά - ρόγα, λοφίσκος, ύψωμα, λοφίσκο, λοφίσκων, λοφίσκου
- došljak στα ελληνικά - ερχόμενος, ελθόντα, γωνιακές, γωνιά, έλα
- odugovlačiti στα ελληνικά - παρακωλύω, διαμένω, κωλυσιεργώ, χρονοτριβώ, αναβάλλω, χρονοτριβούν, χρονοτριβεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Slom στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαντακώνω, κατάρρευση, ρήμαγμα, χαλώ, ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
Μεταφράσεις: χαντακώνω, κατάρρευση, ρήμαγμα, χαλώ, ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης